H συνέντευξη έγινε στο σπίτι της Άννας Βίσση, με τον μουσικοσυνθέτη να ξεκαθαρίζει: «Δεν είναι μόνο το σπίτι της Άννας Βίσση. Είναι από κοινού. Είναι το σπίτι μας. Απλά δεν μένω εγώ πια εδώ, μένει η Άννα. Το χτίσαμε μαζί από το μηδέν».
«Όταν χωρίσαμε με την Άννα, ήμουν εκτός τόπου και χρόνου»
O Νίκος Καρβέλας ανέφερε ότι γνώρισε για πρώτη φορά την Άννα Βίσση, όταν ήταν εκείνη 16 ετών. Μάλιστα, όπως αποκάλυψε, τότε το μόνο που τον ενδιέφερε είναι αν είναι «ωραία γκόμενα».
«Όταν πρωτοείδα την Άννα, φορούσα κάτι μπότες πάνω από το γόνατο. Ήμουν σαν τον ιππότη, μόνο το σπαθί μου έλειπε. Εννοείται είχα μακρύ μαλλί. Μπαίνει τότε ο πατέρας της και μετά εμφανίζεται πίσω η Αννούλα και “έφαγα αμέσως καψούρα”. Την ερωτεύτηκα αμέσως. Ήταν ντροπαλή η Άννα, εγώ δεν ήμουν. Δεν με γούσταρε καθόλου, δεν της άρεσα. Της είχα πει ποτέ δεν θα γίνουμε φίλοι και ότι ο Καρβέλας δε γίνεται φίλος με μία γυναίκα», ανέφερε στη συνέχεια.
«Δεν την έπαιρνα στα σοβαρά, για εμένα η φωνή της Άννας ήταν αστεία»
«Εκείνη με έπαιρνε αστείο σαν συνθέτη», συνέχισε ο Νίκος Καρβέλας για την πρώτη του επαφή με την Άννα Βίσση. «Δεν θυμάμαι πώς την πήρα στα σοβαρά, γιατί για μένα η φωνή της ήταν αστεία. Δεν την έπαιρνα κι εγώ στα σοβαρά», πρόσθεσε.
Στη συνέχεια ο Νίκος Καρβέλας αποκάλυψε ότι χώρισαν όταν ξεκίνησε η περίφημη μουσική παράσταση «Δαίμονες». «Όταν χωρίσαμε εντελώς τρελός εγώ, μιλάμε για δέσιμο. Σε φάση καταθλιπτική, μανιακή, υστερική, ό,τι θες! Εκτός τόπου και χρόνου. Τότε ήμουν για λύπηση. Μείναμε άφραγκοι, χωρίσαμε, μαλώσαμε και δεν ήθελα να τη βλέπω. “Σκοτωθήκαμε”», σημείωσε χαρακτηριστικά ο Νίκος Καρβέλας και πρόσθεσε: «Ήταν να κάνω εγώ τον Ντάνιελ στην παράσταση και ξεκινάω να κάνω τη σκηνή του δαιμονισμού στις πρόβες. Μπήκα τόσο πολύ μέσα στον ρόλο, που, όταν τελείωσε η πρόβα, έπεσα σε μία τέτοια κατάθλιψη που ήμουν του νοσοκομείου. Ήταν καταθλιπτική κρίση. Το λέμε τώρα και το διασκεδάζουμε, αλλά τότε ήμουν για αυτοκτονία».
Την περίοδο που παιζόταν η παράσταση «Δαίμονες» πολλοί τον αποκαλούσαν σατανιστή με τον ίδιο να σχολιάζει: «Μου έλεγαν ότι είμαι σατανιστής και εγώ τους έλεγα “είστε ηλίθιοι. Αν ήμουν κάτι, δεν θα ήμουν σατανιστής, αλλά ο ίδιος ο Σατανάς”».
«Ήμουν επιρρεπής στο αντικανονικό από μικρός»
«Ήμουν επιρρεπής στο αντικανονικό από μικρό παιδί. Βαριόμουν πάρα πολύ γρήγορα. Με θυμάμαι να τρώω φύλλα και να κάνω παρέα με ένα αγόρι που είχε σύνδρομο Down και τον έλεγαν Μηνά. Μπορεί να ήμουν λανθάνουσα περίπτωση σκύλου και να έτρωγα τα φύλλα. Τώρα δεν τρώω ούτε φύλλα ούτε φίλους», σχολίασε ο Νίκος Καρβέλας.
«Η γιαγιά μου με έλεγε “γρηγοροχόρτατο”, γιατί άλλαζα συνέχεια σχέσεις. Βαριόμουν πολύ γρήγορα», περιέγραψε επίσης.
Στη συνέχεια θυμήθηκε την πρώτη φορά που μπήκε σε μια εκκλησία και η μητέρα του του ζητούσε να κάνει τον σταυρό του και εκείνος δεν ήθελε. «Με πήρανε τα γέλια, γιατί ήταν γελοίο. Τότε γεννιόταν ο Καρβέλας. Με έβγαλε έξω από την εκκλησία, εκεί ήταν πιο ωραία», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Έπαιξα πρώτη φορά πιάνο για να προσελκύσω δύο κορίτσια που δεν μου έδιναν σημασία»
Ο Νίκος Καρβέλας επίσης περιέγραψε ότι η αφορμή για να παίξει πιάνο ήταν όταν είχε πάει στα 17 του σε ένα πάρτι και του άρεσαν δύο κοπέλες, οι οποίες δεν του έδιναν σημασία. «Προσπαθούσα μάταια να τις προσελκύσω. Δεν μου έδιναν καμία σημασία, γιατί δεν ήμουν τίποτα το ιδιαίτερο εμφανισιακά. Αλλά μετά είδα ότι αυτές οι δύο κοπέλες φλέρταραν έναν τύπο, επειδή έπαιζε πιάνο στο πάρτι και ήταν αυτός πιο χάλια από μένα. Σκέφτηκα ότι ο κράχτης ήταν το πιάνο», σχολίασε.
Έτσι ο Νίκος Καρβέλας πήγε στο σπίτι της θείας του, όπου είχε ένα πιάνο. «Ήταν εντελώς παράλογο αυτό που έκανα, αλλά εγώ το βρήκα φυσιολογικό. Άνοιξα το πιάνο και άρχισα να ακούω μια μελωδία. Σε μισή ώρα έπαιζα ένα κομμάτι και με ρώτησε η θεία μου αν ξέρω να παίζω πιάνο. Άκουγα μέσα στο μυαλό μου μια μελωδία και έγραψα κλασική μουσική, σαν να το έγραψε ο Σοπέν».
Οι σπουδές στη Νομική Αθηνών
Ο Νίκος Καρβέλας σπούδασε στη Νομική Αθηνών, και όπως είπε, κυνηγούσε συνέχεια γυναίκες στη σχολή. «Κυνηγούσα τις γυναίκες στις αίθουσες που έμπαινα, ήμουν stalker. Δεν μάθαινα νομικά, μάθαινα τις γυναίκες», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια αποκάλυψε ότι κέρδισε μια δίκη όταν ήταν τελειόφοιτος της Νομικής. Όπως είπε, ένιωσε ηδονή όταν κέρδισε την πρώτη του δίκη που αφορούσε τον ίδιο για κλοπή πνευματικών δικαιωμάτων. Ο δικηγόρος που τον εκπροσωπούσε δεν ήταν καλός και έτσι τον έπαυσε μέσα στο δικαστήριο. «Εμένα με ένοιαζε να κερδίσω τη δίκη και το έκανα», σημείωσε.
«Έτσι έγραψε το “Σε περίπτωση που”»
Ο Νίκος Καρβέλας αποκάλυψε επίσης πώς εμπνεύστηκε να γράψει το τραγούδι «Σε περίπτωση που», το οποίο έγινε μεγάλη επιτυχία. Όπως περιέγραψε, είδε ένα όνειρο με τις λέξεις «τα κλειδιά» και «σε περίπτωση που» και την επόμενη ημέρα έγραψε το τραγούδι στην κουζίνα της Άννας Βίσση.
«Το έντεχνο είναι το τραγούδι των ατάλαντων, των δυσκοίλιων»
Ο Νίκος Καρβέλας συνέχισε να μιλάει για την απέχθειά του ως προς το έντεχνο τραγούδι, σημειώνοντας: «Η εντεχνίλα άρχιζε να σαπίζει όταν σταμάτησε το ωραίο ελληνικό τραγούδι έγινε έντεχνο, δηλαδή το τραγούδι των ατάλαντων, των δυσκοίλιων. Το έντεχνο είναι το τραγούδι της δυσκοιλιότητας. Προσπαθούν να βρουν δύσκολα λόγια, δύσκολες αρμονίες για να μιμηθούν τον Χατζιδάκη, είναι δακρύβρεχτα σενάρια της σύγχρονης ελληνικής μουσικής κουλτούρας. Τότε οι συνθέτες ήταν ελληνοπρεπείς συνθέτες με προσωπικότητα και με ταλέντο, ελληνοπρεπέστατο. Από το 1990 και μετά που τελείωσε αυτή η γενιά συνθετών έπεσε στο χάος των έντεχνων, των ανθρώπων που δεν μπορώ να κρίνω. Άν κρίνεις πιάνεσαι κορόιδο. Δεν μιλάω για όλα τα τραγούδια, υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά ο κανόνας είναι οχετός».
«Όλοι οι άνθρωποι γεννάνε το δουλάκι για να τους γηροκομήσει»
«Όλοι οι άνθρωποι γεννάνε παιδιά για να έχουν στο τέλος της ζωής τους έναν άνθρωπο να τους φέρει ένα ποτήρι νερό. Γεννάνε το δουλάκι για να τους γηροκομήσει. Το κάνουν καθαρά για λόγους ιδιωτικούς», πρόσθεσε στη συνέχεια για τη γονεϊκότητα.
«Η Εκκλησία είναι μία στημένη επιχείρηση»
Όσο για την Εκκλησία, ο Νίκος Καρβέλας σημείωσε: «Η Εκκλησία είναι μία στημένη επιχείρηση. Οικονομάνε τα αμύθητα πλούτη και οι άνθρωποι επιμένουν να θέλουν τη θρησκεία, τον Θεό και τους παπάδες».
Στο τέλος της συνέντευξης κλήθηκε να αφαιρέσει δύο λέξεις από το λεξικό και εκείνος διάλεξε τις λέξεις «Θεός» και «ψυχή».